
Η Madge Gill δεν ξεκίνησε τη ζωή της με προοπτική καλλιτεχνικής αναγνώρισης. Αντίθετα, βίωσε μια σειρά από προσωπικές τραγωδίες που τη σημάδεψαν βαθιά και άλλαξαν οριστικά την πορεία της. Η απώλεια, η ψυχική δοκιμασία και η απομόνωση έγιναν κομμάτι της καθημερινότητάς της, μέχρι τη στιγμή που κάτι μέσα της «άνοιξε». Και τότε άρχισε να ζωγραφίζει.
Η εμμονική δημιουργία και οι νύχτες σιωπής
View this post on Instagram
Η Gill δούλευε ακατάπαυστα, συχνά αργά τη νύχτα, μέσα σε απόλυτη σιωπή. Σελίδα τη σελίδα, γέμιζε χαρτιά με περίτεχνα πρόσωπα, γυναικείες μορφές, πυκνές γραμμές και μοτίβα που έμοιαζαν ατελείωτα. Δεν υπήρχε προσχέδιο, δεν υπήρχε παύση. Τα έργα έμοιαζαν να «ρέουν» χωρίς προσπάθεια, σαν να υπάκουαν σε έναν αόρατο μηχανισμό.
«Δεν είναι δικά μου»
Η ίδια δεν πίστευε ποτέ ότι ήταν η δημιουργός με την κλασική έννοια. Υποστήριζε πως το χέρι της καθοδηγούνταν από μια παρουσία που αποκαλούσε «Myrninerest» , ένα πνεύμα ή μια δύναμη που, όπως έλεγε, της υπαγόρευε τι να σχεδιάσει.
Αυτός ήταν και ο λόγος που αρνιόταν να πουλήσει τα περισσότερα έργα της.
Για τη Madge Gill, τα σχέδια δεν της ανήκαν. Εκείνη ήταν απλώς το μέσο.
Μια αναγνώριση που ήρθε αργά
View this post on Instagram
Όταν πέθανε το 1961, το όνομά της ήταν σχεδόν άγνωστο. Δεν είχε γνωρίσει αναγνώριση, ούτε είχε δει το έργο της να εκτίθεται όπως άξιζε. Μόνο μετά τον θάνατό της, ο κόσμος της τέχνης άρχισε να αντιλαμβάνεται το μέγεθος αυτού που είχε αφήσει πίσω.
Χιλιάδες σχέδια, δημιουργημένα με απόλυτη αφοσίωση, συγκεντρώθηκαν, μελετήθηκαν και εντάχθηκαν σε σημαντικές συλλογές και μουσεία, ως μοναδικά δείγματα outsider art.
Ιδιοφυΐα, μυστήριο ή και τα δύο;
Η περίπτωση της Madge Gill συνεχίζει να γεννά ερωτήματα.
Ήταν μια γυναίκα που πίστευε ειλικρινά πως δημιουργούσε υπό καθοδήγηση;
Ή μια ιδιοφυΐα που δεν χώρεσε ποτέ στους κανόνες της τέχνης και της εποχής της;
Ίσως η απάντηση να βρίσκεται εκεί όπου βρίσκονται και τα έργα της:
κάπου ανάμεσα στη σιωπή, την εμμονή και το ανεξήγητο.



