
Η Σουηδία είναι για πολλές γυναίκες σε όλο τον κόσμο ένα σύμβολο ισότητας. Μια χώρα που επί δεκαετίες προβάλλεται ως παράδειγμα κοινωνικής δικαιοσύνης, ελευθερίας και ισχυρών θεσμών.
Κι όμως, πίσω από αυτή την προσεκτικά χτισμένη εικόνα, μια πιο σκληρή πραγματικότητα αρχίζει να διαμορφώνεται: οι γυναίκες στην πολιτική βιώνουν ολοένα μεγαλύτερη πίεση, μίσος και στοχοποίηση, σε βαθμό που αρκετές αναγκάζονται να αποσυρθούν από τη δημόσια ζωή.
Η συζήτηση άνοιξε ξανά τον Οκτώβριο, όταν η Άννα-Κάριν Χατ εγκατέλειψε την ηγεσία του Κεντρώου Κόμματος, μόλις πέντε μήνες μετά την ανάληψη των καθηκόντων της. Ο λόγος ήταν η συνεχής παρενόχληση και οι απειλές που δεχόταν. Η ίδια παραδέχτηκε ότι ζούσε με τον φόβο «πίσω από την πλάτη της», ακόμη και μέσα στο ίδιο της το σπίτι. Η εξομολόγησή της έφερε στην επιφάνεια ένα φαινόμενο που πολλές γυναίκες στην πολιτική γνωρίζουν πολύ καλά, αλλά φοβούνται να το πουν ανοιχτά.
Ακαδημαϊκοί και ειδικοί στη Σουηδία συμφωνούν ότι το πολιτικό κλίμα έχει γίνει πιο επιθετικό και πολωμένο. Αυτό οδηγεί σε ένα είδος σιωπηλής αυτολογοκρισίας: πολλές γυναίκες αποφεύγουν να μιλήσουν για δύσκολα ζητήματα ή να πάρουν θέση σε καυτές πολιτικές συζητήσεις, από φόβο ότι θα δεχτούν στοχευμένες επιθέσεις. Το αποτέλεσμα; Ο δημόσιος διάλογος φτωχαίνει, η νομοθεσία επηρεάζεται και η συμμετοχή των γυναικών περιορίζεται.
Η Λίνε Σελ, επικεφαλής της Μονάδας Ανάλυσης της Αρχής Ισότητας των Φύλων, επιβεβαιώνει ότι η τάση αυτή «απωθεί» ολόκληρες κοινωνικές ομάδες. Όπως επισημαίνει, βλέπουμε μια χώρα που αντί να προχωρά μπροστά, αρχίζει να υποχωρεί από τους βασικούς στόχους ισότητας που η ίδια έθεσε.
Τα στοιχεία μιλούν από μόνα τους. Σύμφωνα με την έρευνα ασφάλειας πολιτικών για το 2025, το 26,3% των γυναικών πολιτικών δήλωσαν ότι έχουν δεχτεί απειλές ή παρενόχληση εξαιτίας της θέσης τους, σε αντίθεση με το 23,6% των ανδρών. Ακόμη πιο ανησυχητικό είναι το αίσθημα ευαλωτότητας: μία στις τρεις γυναίκες νιώθει ότι απειλείται, ενώ στους άνδρες το ποσοστό είναι 24%.
Για όσες προέρχονται από μεταναστευτικά περιβάλλοντα, η κατάσταση είναι ακόμη πιο περίπλοκη. Η πρώην βουλεύτρια Αμίνα Κακαμπάβεχ έχει μιλήσει ανοικτά για το πώς βρέθηκε στο στόχαστρο τόσο ακροδεξιών ομάδων όσο και ισλαμιστών, ενώ συχνά αντιμετωπίζει επιθέσεις με ρατσιστικό υπόβαθρο. Όπως τονίζει, το πολιτικό κλίμα έχει σκληρύνει, ενώ τα social media λειτουργούν ως επιταχυντής αυτής της βίας.
Επιπλέον, η σουηδική νομοθεσία περί δημόσιας πληροφόρησης —η οποία επιτρέπει την εύκολη πρόσβαση σε προσωπικά δεδομένα— έχει εντείνει το αίσθημα φόβου. Εγκληματικές ομάδες έχουν χρησιμοποιήσει τέτοιες πληροφορίες για επιθέσεις σε σπίτια πολιτών, κάτι που καθιστά τις γυναίκες πολιτικούς ακόμη πιο ευάλωτες.
Η ερευνήτρια Σάντρα Χόκανσον μιλά για ένα «φαινόμενο παγώματος», όπου η βία και οι απειλές καθορίζουν πλέον τα όρια του δημόσιου λόγου. Όταν οι γυναίκες διστάζουν να μιλήσουν, η δημοκρατία χάνει ένα κρίσιμο κομμάτι της φωνής της.
Η υπουργός Ισότητας της Σουηδίας, Νίνα Λάρσον, αναγνωρίζει τη σοβαρότητα της κατάστασης. Υπογραμμίζει ότι ο μόνος τρόπος να προστατευτεί η δημοκρατία είναι να στηριχθούν οι γυναίκες που συμμετέχουν στην πολιτική και να αναγκαστούν οι πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης να αναλάβουν μεγαλύτερη ευθύνη για το περιεχόμενο που φιλοξενούν.
Μπορεί η Σουηδία να συνεχίζει να αποτελεί σύμβολο ισότητας, όμως η πραγματικότητα δείχνει ότι η μάχη δεν έχει τελειώσει. Και όπως λένε οι ίδιες οι γυναίκες πολιτικοί: το σημαντικότερο είναι να μη σωπάσουν. Γιατί κάθε φωνή που σβήνει αφήνει ένα ακόμη κενό στη δημοκρατία.



