
Η Junko Tabei γεννήθηκε το 1939 στην ιαπωνική πόλη Miharu και από μικρή ηλικία έδειξε μια ασυνήθιστη αγάπη για τα βουνά.
Παρότι ήταν μικροκαμωμένη και συχνά δέχτηκε το σχόλιο ότι «είναι πολύ αδύναμη για να σκαρφαλώσει», η Tabei δεν πτοήθηκε ποτέ. Σπούδασε λογοτεχνία στο Πανεπιστήμιο Showa, αλλά η καρδιά της ανήκε στη φύση και στις κορυφές. Στα χρόνια της Ιαπωνίας του ’50 και του ’60, όπου ο ρόλος των γυναικών ήταν ακόμα αυστηρά καθορισμένος, η επιμονή της να κατακτήσει τα βουνά θεωρήθηκε σχεδόν επαναστατική πράξη.
Το 1969 ίδρυσε το “Ladies Climbing Club: Japan”, το πρώτο ορειβατικό κλαμπ αποκλειστικά για γυναίκες στη χώρα. Το σύνθημά τους ήταν χαρακτηριστικό: «Ας πάμε να ανέβουμε βουνά για τον εαυτό μας». Σκοπός της Tabei δεν ήταν μόνο η προσωπική ανάβαση, αλλά και να ανοίξει δρόμους για όλες τις γυναίκες που ήθελαν να τολμήσουν κάτι πέρα από τα κοινωνικά όρια.
Το 1975, στα 35 της, η Junko Tabei έγινε η πρώτη γυναίκα που κατέκτησε το Έβερεστ, σε μια αποστολή με 15 γυναίκες και 6 σέρπα. Κατά τη διάρκεια της αναρρίχησης, μια χιονοστιβάδα τους χτύπησε στο ύψος των 6.300 μέτρων, θαμπώνοντας για λίγο το όνειρό τους. Η Tabei θάφτηκε κάτω από το χιόνι και χρειάστηκε να τη σώσουν οι σύντροφοί της. Παρά τους τραυματισμούς και το σοκ, αρνήθηκε να εγκαταλείψει. Δώδεκα μέρες αργότερα, στις 16 Μαΐου 1975, στάθηκε στην κορυφή του κόσμου, με τη σημαία της Ιαπωνίας να κυματίζει στον άνεμο των Ιμαλαΐων.
Η επιτυχία της την έκανε σύμβολο θάρρους και αποφασιστικότητας. Όμως η ίδια δεν αναζήτησε ποτέ τη δόξα. «Δεν ήθελα να γίνω η πρώτη γυναίκα στο Έβερεστ», έλεγε. «Ήθελα απλώς να ανεβαίνω βουνά». Και το έκανε: μέχρι το 1992 είχε ολοκληρώσει τις Seven Summits, κατακτώντας την ψηλότερη κορυφή κάθε ηπείρου — από το Aconcagua στη Νότια Αμερική μέχρι το Denali στην Αλάσκα.
Η Junko Tabei συνέχισε να σκαρφαλώνει μέχρι τα τελευταία χρόνια της ζωής της, ακόμα και μετά τη διάγνωση καρκίνου. Πέθανε το 2016, αφήνοντας πίσω της μια κληρονομιά που ξεπερνά την ορειβασία. Ήταν μια γυναίκα που απέδειξε ότι η αντοχή δεν μετριέται σε κιλά ή σε ύψος, αλλά σε πείσμα, πίστη και πάθος για ζωή.



